Βρῶμα δὲ ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ· οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύωμεν, οὔτε ἐὰν μὴ φάγωμεν ὑστερούμεθα.
βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία ὑμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται τοῖς ἀσθενοῦσιν.
ἐὰν γάρ τις ἴδῃ σε, τὸν ἔχοντα γνῶσιν, ἐν εἰδωλείῳ κατακείμενον, οὐχὶ ἡ συνείδησις αὐτοῦ ἀσθενοῦς ὄντος οἰκοδομηθήσεται εἰς τὸ τὰ εἰδωλόθυτα ἐσθίειν;
καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει, δι᾿ ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν.
οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰς Χριστὸν ἁμαρτάνετε.
διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω.
Νεοελληνική απόδοση
Η τροφή λοιπόν δε θα μας παρουσιάσει, για να επιδοκιμαστούμε από το Θεό. Ούτε αν δε φάμε, στερούμαστε, ούτε αν φάμε, περισσεύουμε.
Προσέχετε, όμως, μήπως η εξουσία σας αυτή γίνει πρόσκομμα στους ασθενείς κατά την πίστη.
Γιατί αν κάποιος δει εσένα που έχεις γνώση να κάθεσαι μέσα σε ναό ειδώλων, η συνείδησή του, επειδή αυτός είναι ασθενής στην πίστη, δε θα εδραιωθεί στο να τρώει τα ειδωλόθυτα;
Χάνεται δηλαδή ο ασθενής στην πίστη με τη δική σου γνώση, ο αδελφός για τον οποίο ο Χριστός πέθανε.
Έτσι, όμως, αμαρτάνοντας στους αδελφούς και πληγώνοντας τη συνείδησή τους που είναι ασθενής, στο Χριστό αμαρτάνετε.
Γι’ αυτό ακριβώς, αν τροφή σκανδαλίζει τον αδελφό μου, δε θα φάω κρέας στον αιώνα, για να μη σκανδαλίσω τον αδελφό μου.
Ερμηνεία, αρχιμ. Καλλινίκου Νικολάου, ιεροκήρυκος Ι. Μητροπόλεως Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού
«Οὐ το ἔργο μου ὑμεῖς ἐστέ;»
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἀγαπητοί ἀδελφοί, εἶναι ἡ πιό μεγάλη μορφή τῆς Ἐκκλησίας. Ἄν ἐξαιρέσουμε τήν Θεοτόκο, πού ἡ δόξα της εἶναι ἀσύγκριτη, καμιά ἄλλη ψυχή δέν πλησίαζε τόσο πολύ τόν Κύριο, ὅσο ἡ ψυχή τοῦ Παύλου. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει, ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ξεπερνᾶ σέ ἁγιότητα καί κατορθώματα κάθε ἄλλον δίκαιον ἀπό ὅσους ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή καί ὅτι ἀναδείχθηκε σέ ὁρισμένα πράγματα ἀνώτερος καί ἀπό τούς ἴδιους τούς ἀγγέλους.
Ὁ ἀρχιστράτηγος αὐτός τοῦ εὐαγγελίου, πού κήρυξε τό Χριστό στά πέρατα τῆς οἰκουμένης καί φύτεψε Ἐκκλησίες παντοῦ, ἦταν πρῶτα ἕνας ἐχθρός, ἕνας διώκτης τῆς ἀλήθειας. Ὅταν λιθοβολήθηκε ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος, στά Ἱεροσόλυμα, ὁ Παῦλος πού ἦταν ἀκόμη νέος καί δέν εἶχε δικαίωμα ἀπό τόν μωσαϊκό νόμο νά λάβει μέρος σέ αὐτό τό ἔγκλημα, φύλαγε τά ροῦχα τῶν λιθοβολιστῶν καί τούς παρότρυνε. Ὕστερα πῆρε γράμματα συστατικά ἀπό τό Ἰουδαϊκό συνέδριο καί πῆγε στή Δαμασκό, γιά νά διοργανώσει ἐκεῖ διωγμό ἐναντίον τῶν χριστιανῶν. Ἀλλά μπροστά στήν καστρόπορτα αὐτῆς τῆς μεγάλης πολιτείας, τόν περιέστραψε οὐράνιο φῶς καί τοῦ ἀποκαλύφθηκε ὁ Κύριος.
Ἀπό τότε ὁ Παῦλος ἔγινε φίλος τοῦ Ἰησοῦ. Φωτισμένος ἀπό τό ἅγιο πνεῦμα, ἄρχισε νά κηρύττει τό σωτήρα στούς Ἰουδαίους καί στούς εἰδωλολάτρες καί νά σπέρνει τό λόγο τοῦ Θεοῦ παντοῦ. Χωρίς νά λογαριάζει κόπους καί κινδύνους, περιέτρεχε τήν ὑφήλιο σάν ἀετός μέ ἀκούραστα φτερά, ὅπως γράφει πάλι ὁ ἱερός Χρυσόστομος, καί ἅπλωνε τό εὐαγγέλιο πάνω ἀπό στεριές καί θάλασσες.
Ἡ ἑλλαδική ἐκκλησία, ὅπως καί τόσες ἄλλες, ἱδρύθηκε ἀπό αὐτόν. Ἔτσι ἐμεῖς οἱ ἕλληνες τόν τιμοῦμε μέ πιό θερμή εὐλάβεια, γιατί τοῦ χρωστᾶμε τήν σωτηρία μας.
Ὅπως ξέρετε, ὁ Παῦλος ἔγραψε καί διάφορες ἐπιστολές, πού περιέχονται στήν Καινή Διαθήκη καί εἶναι πλημμυρισμένες ἀπό θεία σοφία καί λάμψη. Μέσα ἀπό τίς σελίδες τῶν ἐπιστολῶν του ὁ Παῦλος εἶναι αἰώνια παρόν στίς χριστιανικές γενεές, παντοτινός διδάσκαλος καί χειραγωγός τῆς ἐκκλησίας. Ἀστείρευτο ποτάμι πού ποτίζει τίς ψυχές μέ τά ὀνόματα τῆς χάριτός του. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος, πού τίς ἐρεύνησε ὅλες μέ ἀγάπη καί δύναμη, τίς φαντάζεται σάν ἕνα ἀδαμάντινο τεῖχος, πού τριγυρίζει τήν ἐκκλησία καί τήν προφυλάσσει ἀπό τίς ἐπιθέσεις τίς πλάνες καί τό ψεῦδος. Τίς παρομοιάζει ἐπίσης μέ σανίδες, πού ντύνουν τό σκαρί της, τό καμωμένο ἀπό τόν Χριστό.
Σχεδόν κάθε Κυριακή, στήν Λειτουργία, ἀκοῦμε τό λόγο τοῦ Παύλου μέσα ἀπό τά ἀποστολικά ἀναγνώσματα. Ἡ φωνή του δέν ἔσβησε στό πέρασμα τοῦ καιροῦ. Εἶναι πάντα ὁλόδροση, παρθενική, γεμάτη ἀπό οὐρανίες ἀποχρώσεις. Εἶναι ἡ φωνή, πού διδάσκει, πού στηρίζει, πού προτρέπει, πού ὁδηγεῖ στά βάθη τῆς θείας ἀλήθειας. Εἶναι ἡ φωνή, πού ἀναλύει, πού διαφωτίζει, πού ἑρμηνεύει καλύτερα, πλατύτερα, βαθύτερα τό εὐαγγέλιο ἀπό ὁποιοδήποτε ἄλλη.
Παρόλο ὅτι ὁ Παῦλος ἦταν ἰουδαῖος στήν καταγωγή, ἔγραψε κι αὐτός, ὅπως καί οἱ εὐαγγελιστές, στήν ἑλληνική γλώσσα πού τήν ἤξερε ἄπταιστα. Γιατί ἐκτός ἀπό τήν ἑβραϊκή, εἶχε πάρει καί ἑλληνική μόρφωση. Ἡ πατρίδα του, ἦταν ἡ Ταρσός τῆς Κιλικίας, ἦταν ὀνομαστή γιά τόν ἑλληνικό της πολιτισμό. Καί ὁ Παῦλος στά νιάτα του, ὄντας γόνος εὐκατάστατης οἰκογένειας, εἶχε μάθει καλά τά ἑλληνικά, πού ἦταν, τότε οἰκουμενική γλώσσα.
Λοιπόν, ἐμεῖς οἱ ἕλληνες ἔχουμε τήν εὐτυχία νά ἀκοῦμε τόν Παῦλο καί νά τόν διαβάζουμε στήν γλώσσα μας, ὅπως ἀκριβῶς μίλησε καί ἔγραψε. Αὐτό εἶναι μιά ἰδιαίτερη δωρεά τοῦ Θεοῦ, πού πρέπει νά μήν τήν ξεχνᾶμε.
Ἐμεῖς οἱ ἕλληνες γιά αὐτή την αἰτία πρέπει νά εἴμαστε καί οἱ καλύτεροι ἀκροᾶται καί μαθητές του Παύλου. Ὅπως οἱ πατέρες μας, ἔτσι κι ἐμεῖς, ἡ τωρινή γενναία, πρέπει νά κρατᾶμε βαθιά στήν ψυχή μας τα θεϊκά λόγια του μεγάλου Ἀποστόλου καί νά τα ἐφαρμόζουμε μέ ζῆλο καί ἀκρίβεια.
Αὐτή την ὑποχρέωση ἔχουμε ἀπέναντι στόν Παῦλο, πού τόσο μας ἀγάπησε καί τόσο εἶναι δικός μας. Στόν Ἀπόστολο Παῦλο, πού θεωρεῖ ἐμᾶς τους ἕλληνες δικό του ἔργο.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου