Κυριακή ΙΖ' Λουκά - Η παραβολή του ασώτου υιού

Λουκ. ιε', 11-32

«Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. Καὶ δίειλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ' οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἷ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι; ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου· οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποιῆσαν μὲ ὡς ἕνα τῶν μισθίων σοῦ.

Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱὸς- πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἢν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἢν καὶ εὑρέθη. Καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι.

Ἢν δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ, ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τὶ εἴη ταῦτα. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφὸς σοῦ ᾔκει καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. Ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν.

ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· Ἰδοὺ τοσαύτα ἔτη δουλεύω σοὶ καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἐριφον, ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ. Ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφα γών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σῦ πάντοτε μετ' ἐμοῦ εἰ, καὶ πάντα τὰ ἐμᾶ σά ἐστιν· εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἕδει, ὅτι ὁ ἀδελφὸς σοῦ οὗτος νεκρὸς ἢν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἢν Καὶ εὑρέθη».

Νεοελληνική απόδοση

Είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή. Ένας άνθρωπος είχε δυο γιους. Και είπε ο πιο μικρός από αυτούς στον πατέρα του· πατέρα, δώσ’ μου, το μερίδιο που μου ανήκει από την περιουσία. Και τους μοίρασε την περιουσία. Και ύστερα από λίγες μέρες τα μάζεψε όλα ο μικρότερος γιος και έφυγε σε μακρινή χώρα· και εκεί διασκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. Και όταν αυτός τα ξόδεψε όλα, έπεσε μεγάλη πείνα σ' εκείνη τη χώρα· και αυτός άρχισε να στερείται. Τότε πήγε και προσκολλήθηκε σ' έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας και εκείνος τον έστειλε στα χωράφια να βόσκει χοίρους. Και λαχταρούσε να γεμίσει την κοιλιά του από τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι και κανένας δεν του έδινε. Τότε ήρθε στον εαυτόν του και είπε. Πόσοι υπηρέτες του πατέρα μου τρώνε ψωμί και τους περισσεύει και εγώ πεθαίνω της πείνας; Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω· Πατέρα' ήμαρτον στον ουρανό και σε σένα και δεν αξίζω πια να με πεις παιδί σου· κάνε με σαν έναν από τους υπηρέτες σου.

Και σηκώθηκε και ήρθε στον πατέρα του. Και ενώ ήταν ακόμη μακριά, τον είδε ο πατέρας του και τον πόνεσε η ψυχή του και έτρεξε και έπεσε στο λαιμό του και τον φίλησε καλά καλά. Τότε του είπε ο γιος· Πατέρα, ήμαρτον στον ουρανό και σε σένα και δεν αξίζω πια να με πεις παιδί σου. Και ο πατέρας είπε στους υπηρέτες του· βγάλτε και φέρτε την πιο καλή φορεσιά και ντύστε τον και βάλτε δαχτυλίδι στο χέρι του και υποδήματα στα πόδια· και φέρτε και σφάξτε το θρεμμένο μοσχάρι, και ας φάμε και ας χαρούμε· γιατί τούτο το παιδί μου ήταν πεθαμένο και ξανάζησε και ήταν χαμένο και βρέθηκε. Και άρχισαν να διασκεδάζουν.

Και ήταν ο μεγαλύτερος γιος του στο χωράφι' και όπως ερχόταν και πλησίασε στο σπίτι, άκουσε όργανα και τραγούδια, και κάλεσε έναν από τους υπηρέτες και ζητούσε να μάθει τι τάχα να ήσαν τούτα. Και ο υπηρέτης του είπε πως ήρθε Ο αδελφός σου και ο πατέρας σου έσφαξε το θρεμμένο μοσχάρι, γιατί τον είδε και ήρθε πίσω γερός. Τότε Οργίστηκε και δεν ήθελε να μπει στο σπίτι.

Βγήκε λοιπόν ο πατέρας του και τον παρακαλούσε. Και εκείνος αποκρίθηκε και είπε στον πατέρα· τόσα χρόνια σε δουλεύω και ποτέ δεν παραμέλησα εντολή σου, και ποτέ δεν έδωκες σε μένα ένα κατσίκι για να διασκεδάσω με τους φίλους μου· αλλά όταν ήρθε τούτος ο γιος σου, που σου έφαγε όλο το βίος με τις αμαρτωλές, έσφαξες για χάρη του το θρεμμένο μοσχάρι. Τότε Ο πατέρας του είπε· παιδί μου, συ πάντα είσαι μαζί μου και όλα τα δικά μου είναι δικά σου· αλλά έπρεπε να διασκεδάσουμε και να χαρούμε, γιατί τούτος ο αδελφός σου ήταν πεθαμένος και ξανάζησε και ήταν χαμένος και βρέθηκε. 

Ερμηνεία, αρχιμ. Καλλινίκου Νικολάου, ιεροκήρυκος Ι. Μητροπόλεως Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού

Πολλά είναι τα μηνύματα που κρύβονται στην παραβολή του Ασώτου υιού που ακούστηκε σήμερα από το ευαγγελικό ανάγνωσμα. Εμείς σήμερα θα προσπαθήσουμε να ανακαλύψουμε εκείνα  που σχετίζονται με τον πατέρα της παραβολής.

Ο Κύριος μας λέγοντας αυτή την παραβολή  εκτός των άλλων μας φανέρωσε μια νέα σχέση που είναι δυνατόν να αναπτυχθεί ανάμεσα στον αμαρτωλό άνθρωπο και τον Θεό. Είναι γνωστό, ότι στη θέση του Ασώτου υιού βρίσκεται ο καθένας μας, όλη η ανθρωπότητα. Εγκαταλείψαμε τον πατρικόν Οίκον, διακόψαμε τη σχέση μας και την επικοινωνία μας με το Θεό, στο όραμα μιας ελεύθερης ζωής. Παραδοθήκαμε επίσης στη φιλαυτία μας και στα θελήματα μας. Και  εκείνα  μας συντρίβουν καθημερινά. Αυτή η  ταλαιπωρία μας που χαρακτηρίζεται από την πραγματική μας πτωχεία είναι το τίμημα της παρακοής μας, όπως λέγει ο προφήτης « θα σε τιμωρήσει η ίδια η αποστασία σου »(Ιερεμ.β΄19). Απομακρυνθήκαμε από το Θεό αφού θελήσαμε να ζήσουμε μια διαφορετική ζωή από αυτήν για την οποία Εκείνος μας δημιούργησε. Και να τα αποτελέσματα. Θέριεψαν και υποδούλωσαν τα πάθη ,όλες τις δυνάμεις μας. Μας θανατώνουν  συνεχώς έως ότου μας οδηγήσουν στο φυσικό και πνευματικό θάνατο.                

Όμως η αγαθότητα του Θεού δεν μας εγκατέλειψε. Αλλά πάλι μας παρακινεί, πάλι μας παρηγορεί. Μας προσκαλεί: « ελάτε σε μένα όλοι οι κουρασμένοι και φορτωμένοι, και εγώ θα σας αναπαύσω» (Ματθ. ια΄ 28). Σαν να λέει: «κουραστήκατε, ταλαιπωρηθήκατε, αποκτήσατε πείρα των κακών αποτελεσμάτων της ανυποταξίας. Ελάτε λοιπόν γυρίστε πίσω, κατανοήσετε το μέγεθος της αδυναμίας και της καταφρόνιας σας, για να βρείτε την ανάπαυση και την δόξα σας. Ελάτε ζήστε με ταπεινοφροσύνη εσείς που θανατωθήκατε από την υπερηφάνεια. Η ψυχή σας δοκιμάστηκε αρκετά από τον πόνο και το θάνατο. Αποστραφείτε αρνηθείτε λοιπόν τον κόσμο και τη ζωή της αμαρτίας που σας δώρισε  με τις υποδείξεις του ο διάβολος.

Ο Κύριος μας ήρθε για αυτό ακριβώς το λόγο. Να μας ανακοινώσει ότι έχουμε πατέρα στον ουρανό, ότι ο Θεός είναι γεμάτος ευσπλαχνία για μας, ότι όποιες και όσες και αν είναι οι αμαρτίες μας. Εκείνος έχει την δύναμη να τις εξαλείψει και να τις δεχθεί. Ήθελε να μας μάθει, ότι ο Θεός είναι Πατέρας μας ότι η ζωή της αμαρτίας που ζούμε δεν είναι αυτή που μας ταιριάζει. Και ακόμα ότι οι αμαρτίες μας χωρίζουν από το Θεό Πατέρα, μας κάνουν εχθρούς του ενώ Εκείνος είναι γεμάτος Πατρική αγάπη και ευσπλαχνία για μας τα παιδιά του.

Αλλά θα πρέπει να προσέξουμε ότι αν ο Θεός είναι γεμάτος αγάπη για όλους ανεξαρτήτως τους ανθρώπους, εν τούτοις όλοι δεν απολαμβάνουν την ευσπλαχνία του. Όλοι δεν αναπαύονται κοντά του. Όλοι δεν επιστρέφουν. Απολαμβάνουν την αγάπη του Θεού Πατέρα μόνο όσοι επιστρέφουν με μετάνοια  και ζουν υποταγμένοι στο θέλημα του. Όπως έκανε ο Άσωτος. Γνώρισε την αγάπη του πατέρα του όταν μετανιωμένος χωρίς εγωισμό, με ταπείνωση ζήτησε συγνώμη και μια μικρή θέση την τελευταία θέση μάλιστα  στην πατρική οικία. Αυτό τι μας διδάσκει; Ότι η αγάπη και η ευσπλαχνία του Θεού εκδηλώνεται μόνο στους μετανοούντες, μόνο στους ταπεινωμένους, όλους εκείνους που ζητάνε έλεος και συγγνώμη.

Μόνο με τη μετάνοια αποκαθίστανται οι σχέσεις μας με το Θεό Πατέρα. Μετάνοια  δε σημαίνει άρνηση και υποταγή της αμαρτωλής ζωής. Αγώνα έναντι των παθών που γεννούν τις αμαρτίες. Ουδεμία σχέση με τον διάβολο. Ουδεμία επικοινωνία μαζί του. Άρνηση όλων όσων εκείνος μας προσφέρει για να αρνηθούμε το Θεό. Μετάνοια σημαίνει ταπείνωση και υποταγή στο Θεό. Εργασία των εντολών του. Αγάπη τελεία  για το Θεό και τον αδελφό μας. Τελεία δε αγάπη  είναι η  θυσία όλων όσων μας ανήκουν για χάρη του Θεού και των αδελφών μας.

Έτσι γινόμαστε αποδεκτοί από το Θεό Πατέρα. Έτσι ο Θεός δεν μας αποστρέφεται δε μας απορρίπτει. Αντίθετα μας ελεεί και μας δέχεται στην Βασίλεια του. Μας αναγνωρίζει για παιδιά του και μας υπόσχεται ότι θα μας χαρίσει αιώνια αγαθά, ότι θα ζήσουμε μαζί Του. Εκείνος θα ζει ανάμεσα μας και εμείς σε Αυτόν.

Αδελφοί μου,

η σημερινή παραβολή είναι ολόκληρο το Ευαγγέλιο. Και μόνη αυτή είναι ικανή να μας οδηγήσει στη σωτηρία. Ο Χριστός σήμερα  μας έμαθε ότι δεν πλασθήκαμε  για τη ζωή της αμαρτίας. Ότι εάν βρισκόμαστε σε αυτή την κατάσταση της πτώσεως και της  εξαχρείωσης ευθυνόμαστε εμείς. Ότι αν και είμαστε αμαρτωλοί δεν χάσαμε την ελπίδα και τη δυνατότητα να επιστρέψουμε εκεί από όπου ξεπέσαμε. Ότι ο Θεός είναι Πατέρας μας γεμάτος φιλευσπλαχνία και στοργή. Ότι μπορούμε να απολαύσουμε το έλεος του Θεού Πατέρα υπό μία και μόνο προϋπόθεση : την ταπείνωση μας ενώπιον του, την υποταγή μας στο θέλημα του, την αναγνώριση της αποτυχίας μας, την ΜΕΤΑΝΟΙΑ μας.

Σχόλια

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΠΡΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ

Αν τυχόν κάποια εικόνα ή κείμενο που έχει δημοσιευθεί στην ιστοσελίδα μας υποκύπτει σε πνευματικά δικαιώματα, παρακαλούμε επικοινωνήστε μαζί μας στη διεύθυνση appauloskarea@gmail.com για να αναφέρετε τυχόν αντιρρήσεις σας ως προς τη δημοσίευση τέτοιου υλικού.