Κυριακή Γ' Λουκά - Η Ανάσταση του υιού της χήρας στη Ναΐν

Λουκ. Ζ', 11-16

Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς ἐπορεύετο εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· μὴ κλαῖε· καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. ἔλαβε δὲ φόβος πάντας καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἐγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ.

Νεοελληνική απόδοση

Και συνέβηκε αμέσως μετά ο Ιησούς να πάει σε μια πόλη που καλείται Ναΐν και πήγαιναν μαζί του οι μαθητές του και πλήθος πολύ. Μόλις λοιπόν πλησίασε στην πύλη της πόλης, τότε ιδού, έφερναν έξω έναν πεθαμένο, μονογενή γιο της μητέρας του, και αυτή ήταν χήρα. Και αρκετό πλήθος της πόλης ήταν μαζί της. Και όταν την είδε ο Κύριος, τη σπλαχνίστηκε και τής είπε: «Μην κλαις». Και αφού πλησίασε, άγγιξε τη σορό, και εκείνοι που τη βάσταζαν στάθηκαν. και είπε: «Νεαρέ, σου λέω, σήκω». Και ανακάθισε ο νεκρός και άρχισε να μιλά, και τον έδωσε στη μητέρα του. Κατέλαβε τότε φόβος όλους και δόξαζαν το Θεό, λέγοντας: «Προφήτης μεγάλος εγέρθηκε μεταξύ μας», και: «Επισκέφτηκε ο Θεός το λαό του».

Ερμηνεία

Παγερός και πικρός ο θάνατος. Ο άνθρωπος είναι πλασμένος για τη ζωή και για το λόγο αυτό τον αποκρούει. Σκεφτόμαστε την τραγική εκείνη χήρα της Ναΐν που μας αναφέρει η ευαγγελική περικοπή. Συνόδευε στον τάφο το άψυχο πια πτώμα του μονάκριβου παιδιού της. Ποιά παρηγοριά να της δώσουν οι άνθρωποι γύρω της; Σιωπηλοί όλοι και θλιμμένοι, με το βουβό κλάμα της πικραμένης μάνας διακοπτόμενο από τους στεναγμούς και τους λυγμούς πλησίαζαν στον τάφο. Στο δρόμο τους όμως συνάντησαν τον Κύριο Ιησού. Και τότε άλλαξαν όλα. Ατάραχος με θεϊκή μεγαλοπρέπεια, γεμάτος αγάπη, δίνει μια λύση ανέλπιστη. Ακούγεται η φωνή του : «νεανίσκε, σύ λέγω, ἐγέρθητι» . Και χαρίζει ολοζώντανο το παιδί της  στην απελπισμένη μητέρα. Ο θάνατος και η Ανάσταση είναι τα θέματα της σημερινής ομιλίας μας.

1. Ο θάνατος είναι κοινή κληρονομιά όλων των ανθρώπων. Μπορούμε να το παρομοιάσουμε σαν ένα απαίσιο τέρας, που το θανάσιμο εναγκαλισμό του δεν το θέλησε, αλλά και δεν  τον απέφυγε κανένας. Κάθε άνθρωπος υπόκειται στην εμπειρία του θανάτου. Η Αγία Γραφή  όχι μόνο δεν τον αποφεύγει για να καταφύγει σε απατηλά όνειρα, αλλά ξεκινά με μια διαυγή και καταπρόσωπο αντιμετώπιση του. Περιγράφει τα μετά τον θάνατο. Δίνει το νόημα του θανάτου και υπόσχεται με τη μετάνοια την απελευθέρωση από το θάνατο.

Στην Καινή Διαθήκη η ανθρώπινη ιστορία εμφανίζεται σαν ένα γιγάντιο δράμα ζωής και θανάτου: μέχρι το Χριστό και χωρίς αυτόν, ήταν το Βασίλειο του θανάτου. Ο Χριστός έρχεται και με το θάνατο του, κατανικά τον ίδιο τον θάνατο. Μετά την Ανάσταση του Χριστού, ο θάνατος αποκτά άλλο νόημα για την ανθρωπότητα, που πεθαίνει μαζί με το Χριστό για να ζήσει αιώνια μαζί του.

Πράγματι ο θάνατος του Χριστού ήταν ο γόνιμος. «ἀπέθανεν γιά χάρη μας»(Α΄θες.ε΄10) ενώ είμαστε αμαρτωλοί, δίνοντας όμως έτσι την υπέρτατη απόδειξη αγάπης. Για μας πέθανε ο Χριστός όχι στη θέση μας, αλλά για χάρη μας. Γιατί πέθανε για να συμφιλιωθούμε με τον Θεό και έτσι να μπορέσουμε να λάβουμε την υπεσχημένη κληρονομία.

Πώς μπόρεσε ο θάνατος του Χριστού να έχει αυτήν τη σωτηριώδη αποτελεσματικότητα; Επειδή αντιμετώπισε και νίκησε τον παλαιό εχθρό του ανθρώπινου γένους. Στη διάρκεια της ζωής του στη γη διαφαινόταν ήδη τα σημεία αυτής της μελλοντικής νίκης, όταν καλούσε νεκρούς στη ζωή όπως τον νεανία της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής.

Έτσι άλλαξε η θέση και η σχέση του χριστιανού απέναντι στον θάνατο · και αν πεθάνει θα ζήσει(Ιωαν.ια΄25). Αυτό είναι το αποτέλεσμα της πίστης. Αντίθετα όποιος δεν πιστεύει θα πεθάνει μέσα στις αμαρτίες του. Αυτός είναι ο θάνατος μαζί με το Χριστό που οδηγεί στη ζωή. Για το χριστιανό ο σωματικός θάνατος μετά τον θάνατον και την Ανάσταση του Χριστού αποκτά νέο νόημα. Δεν είναι πια μόνο ένα αναπόφευκτο πεπρωμένο στο οποίο υποτάσσεται. Δεν είναι  μια θεϊκή απόφαση που αποδέχεται μια δίκαιη καταδίκη ως συνέπεια της αμαρτίας. Ο χριστιανός «ἀποθνήσκει τῷ κυρίῳ», όπως έζησε για αυτόν (Ρωμ.ιδ΄7). Ο θάνατος έγινε από αγωνιώδης αναγκαιότητα, αντικείμενο μακαρισμού : το «μακάριοι εἶναι στό ἑξῆς οἱ νεκροί πού πεθαίνουν ἐν Κυρίῳ»(αποκ.ιδ΄13).

2. Η Ανάσταση είναι ή άλλη όψη του νομίσματος. Είναι η μεγάλη ελπίδα και πίστη του χριστιανού. Ο θάνατος που φοβίζει και αφοπλίζει δυνατούς, σοφούς και πλούσιους, κοσμοκράτορες, δεν φοβίζει τον πιστό χριστιανό. Αυτόν που με τη μετάνοια και την πίστη του «μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τή ζωή»(Ιωαν.ε΄24). Ο χριστιανός μπορεί να ρωτάει : «θάνατε, πού εἶναι τό Κεντρί σου;»(Α΄Κορ.ιε΄55). Η αμαρτία  που ήταν το Κεντρί του με το οποίο κέντριζε και θανάτωνε τους ανθρώπους νικήθηκε  στο Σταύρο. Στο Σταυρό, στον οποίο προσκαλείται η ψυχή να προσέλθει με πίστη και μετάνοια. Ακούστε πως και με πόση βεβαιότητα μιλούν οι πιστοί της Καινής διαθήκης, «γιά μένα ζωή σημαίνει Χριστός καί ὁ θάνατος σημαίνει κέρδος»(Φιλιπ.α΄21). Η αμαρτία μας κατέστησε θνητούς. Η Ανάσταση του Χριστού και η πίστη μας και η συμμετοχή μας σε αυτή επενεργεί με δύο βασικούς και ένδοξους τρόπους. Στη ζωή μας έχουμε δύο θανάτους και δύο αναστάσεις. Με την πίστη στον Ιησού Χριστό και το βάπτισμα μας στο όνομα του τριαδικού Θεού ανιστάμεθα πνευματικώς επειδή  η αμαρτία μας είχε νεκρώσει. «ἀλήθειά σας λέγω κηρύσσει ὁ Κύριος, ὅτι ἐκεῖνος πού ἀκούει τόν λόγο μου καί πιστεύει σέ κεῖνον πού μου ἔστειλε ἔχει ζωή αἰώνιο καί δέν μέλλει  νά περάσει ἀπό κρίση, ἀλλά ἔχει μεταβεῖ ἀπό τό θάνατον στή ζωή»(Ιωαν.ε΄24). Και ο Απόστολος Παύλος ερωτά «ἐμεῖς πού πεθάναμε ὡς πρός τήν ἁμαρτία, πώς μποροῦμε νά ζοῦμε ἀκόμη μέσα σέ αὐτήν;»  και συμπληρώνει  «δέν ξέρετε ὅτι ὅλοι ἐμεῖς ποῦ βαπτιστήκαμε  στόν Ἰησοῦ Χριστό, βαπτιστήκαμε στόν θάνατό του; Ἔχουμε ταφεῖ λοιπόν  μαζί του διά τοῦ βαπτίσματος στό θάνατο ὥστε, ὅπως ὁ Χριστός ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν μέ τή δόξα τοῦ Πατέρα, ἔτσι νά ζήσουμε μία νέα ζωή»(Ρωμ.στ:2-4).

Την πνευματική   Ανάσταση ακολουθεί η σωματική Ανάσταση αυτή για την οποία ομιλεί ο Απόστολος Παύλος στην Α΄ προς Θεσσαλονικείς επιστολή του στο   τέταρτο κεφάλαιο, στο πιο ένδοξο κεφάλαιο της Καινής διαθήκης, το δέκατο πέμπτο της Α΄ προς Κορινθίους επιστολής.

Στη δεύτερη Ανάσταση θα αναστηθούν σωματικά δίκαιοι και άδικοι, είναι πανανθρώπινη και καθολική. Στην πρώτη Ανάσταση λαμβάνουν μέρος  λίγοι, όσοι καλούνται από τον Θεό να πιστέψουν στον Χριστό να βαπτισθούν στο όνομά Του, να ζήσουν την ζωή Του για να περάσουν μετά τον σωματικό θάνατο στην Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.

Αρχιμ. Καλλινίκου Νικολάου, ιεροκήρυκος Ι. Μητροπόλεως Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού

Σχόλια

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΠΡΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ

Αν τυχόν κάποια εικόνα ή κείμενο που έχει δημοσιευθεί στην ιστοσελίδα μας υποκύπτει σε πνευματικά δικαιώματα, παρακαλούμε επικοινωνήστε μαζί μας στη διεύθυνση appauloskarea@gmail.com για να αναφέρετε τυχόν αντιρρήσεις σας ως προς τη δημοσίευση τέτοιου υλικού.